Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Οκτώβριος, 2018

Από την μια Κυριακή στην άλλη

Σκεφτόταν πως περνούσαν οι μέρες, οι Κυριακές, η μια Κυριακή στην άλλη Ίσως αυτό που την έκανε καταθλιπτική αυτή τη μέρα είναι ότι είχε χρόνο Να σκεφτεί ότι την απασχολούσε, να μιλήσει με τον εαυτό της Η Μ. υποστήριζε πως γι αυτό δεν τις αντέχουν αρκετοί και θλίβονται Επειδή είναι η μόνη μέρα που έχεις πλέον για να σκεφτείς με τον εαυτό σου Το ξεκαθάρισμα της βδομάδας που πέρασε, για να γεμίσεις για την επόμενη Το βαρβάτο προγραμμα που σε περιμένει στην γωνία να το πιάσεις Από το χέρι για να την διανύσετε μαζί. Κι’ εσύ να θες να τρέξεις να κρυφτείς Αλλά ό,τι και να κάνεις θα σε ακολουθεί , σαν την σκιά Που ποτέ δεν μπορείς να της ξεφύγεις.

Κυριακή

Την ξύπνησε ένα έντονο όνειρο Σηκώθηκε κι έκανε τα συνηθισμένα Έφαγε το πρωινό της, έκανε μπάνιο Ετοιμάστηκε, άνοιξε την πόρτα κι έφυγε Νιώθει πως τις Κυριακές δεν την χωράει το σπίτι Είχε ραντεβού με την Μ. στον Εθνικό Κήπο να περπατήσουν  Καθώς την περίμενε, αντιλήφθηκε πως Υπήρχε μια ομάδα perfomance όπου διάβαζε  αποσπάσματα  Από διάφορα βιβλία, ως που η μία  έπιασε στα χέρια της το αλάτι της ζωής  Ανέβηκε στους ώμους των δύο αγοριών  Το άνοιξε στην σελίδα τάδε και με φωνή όλο χρώμα και νάζι άρχισε να το διαβάζει: <<να αρχίζεις το διάβασμα της εφημερίδας από την τελευταία σελίδα, να γελάς όταν δεν μπορείς να αποφασίσεις αν θα χρησιμοποιήσεις το δεξί ή το αριστερό χέρι>>  Διάβασε λίγες ακόμα σειρές, κατέβηκε  και το τοποθέτησε ξανά στο βαλιτσάκι  Με τα υπόλοιπα βιβλία. Μετά ζήτησε από το αγόρι να της δώσει Νίτσε Εκείνος έψαξε στο βαλιτσάκι και της έδωσε το βιβλίο Το έπιασε στα χέρια της και καθώς το άνοιγε την πλησίαζε διαβάζοντας: <&l

Τρίτη απόγευμα

Σήμερα μετά από αρκετές μέρες σχόλασα στην ώρα μου. Τα μάτια μου δεν  μπορούσαν να μείνουν ανοιχτά, ο ήλιος τα ανάγκαζε να είναι σχεδόν κλειστά Ένιωσα μία ανακούφιση μέσα σε αυτό το φως, και δεν ήθελα με τίποτα να γυρίσω σπίτι κατευθείαν. Έτσι μετά το παράπονο του μπαμπά ότι δεν του δείχνω την αγάπη μου, σταμάτησα σ' ένα αγαπημένο μαγαζάκι στην Βουλής όπου φτιάχνουν ολόφρεσκες τάρτες απ'όλο τον κόσμο για να του πάρω μερικές λιχουδιές. Όταν τον πήρα τηλέφωνο να κατέβει, παραξενεύτηκα όταν το τηλέφωνο το σήκωσε η Άννα η βοηθός του και μου είπε ότι ο μπαμπάς δεν αισθανόταν καλά και σήμερα δεν πήγε στην δουλειά. Καθώς έφτανα στην πόρτα έκανα μεταβολή και πήρα αμέσως τηλέφωνο στο σπίτι, το σήκωσε εκείνος το τηλέφωνο, του λέω τι έγινε που είσαι γιατί δεν πήγες δουλειά σήμερα; όλα καλά; Ναι μου λέει απλά είχα λίγη πίεση κι έκατσα σπίτι να ξεκουραστώ, κρίμα του λέω κι εγώ πήγα και πήρα μερικά γλυκάκια να φάμε μην λες ότι δεν σου δείχνουμε ότι Σ'αγαπάμε, γέλασε, τα είπαμε λίγο και

Κυριακή

Σήμερα είχα μια έντονη επιθυμία να περπατήσω δίπλα στην θάλασσα. Σηκώθηκα έκανα μπάνιο ετοιμάστηκα κι έφυγα από το σπίτι. Πάντα μου αρέσει αυτή την βόλτα να την κάνω μόνη. Να κοιτάζω την θάλασσα, να τρέχουν ταραγμένες  οι σκέψεις πάνω-κάτω, να μην χρειάζεται να μιλάω σε κανέναν, εγώ κ' η θάλασσα. Το βαθύ της μπλε, το κύμα της, το άρωμα της.  

Οι μέρες όπου θολώνει ο καθρέφτης του μπάνιου, επέστρεψαν

Από εκείνες τις μέρες όπου η μόνη σου απόλαυση είναι να είσαι κάτω από το καυτό νερό!