Καθόταν στην συνηθισμένη καρέκλα, στην κουζίνα
Όταν έχει νταλκάδες, ανέκφραστα, στρίβει το τσιγάρο της
Σκέφτεται, σκέφτεται τι να κάνει
Αρχίζει να πληκτρολογεί ένα μήνυμα στο κινητό της
Να της πει τι συμβαίνει, να ζητήσει την γνώμη της
Αλλά πονάει, πονάει πολύ
Ξεροαταπίνει με βουρκωμένα μάτια, κ' το σβήνει
Τι ήταν αυτό που την πονούσε πιο πολύ δεν ήξερε
Ο πόνος από την ασθένειά της?από τον καημό της?
Δεν ήξερε
Όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκε
Σκεφτόταν, στριφογυρνούσε στα χοντρά βαμβακερά σεντόνια που της είχε κάνει δώρο
Την ζέσταιναν..αλλά τα λάτρευε
Ήταν από εκείνη
Κι' όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκε
Όταν έχει νταλκάδες, ανέκφραστα, στρίβει το τσιγάρο της
Σκέφτεται, σκέφτεται τι να κάνει
Αρχίζει να πληκτρολογεί ένα μήνυμα στο κινητό της
Να της πει τι συμβαίνει, να ζητήσει την γνώμη της
Αλλά πονάει, πονάει πολύ
Ξεροαταπίνει με βουρκωμένα μάτια, κ' το σβήνει
Τι ήταν αυτό που την πονούσε πιο πολύ δεν ήξερε
Ο πόνος από την ασθένειά της?από τον καημό της?
Δεν ήξερε
Όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκε
Σκεφτόταν, στριφογυρνούσε στα χοντρά βαμβακερά σεντόνια που της είχε κάνει δώρο
Την ζέσταιναν..αλλά τα λάτρευε
Ήταν από εκείνη
Κι' όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκε
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου